Ο παππούς και η γιαγιά, αγαπημένοι ακόμη, συζητούσαν στη βεράντα.
‘Γυναίκα, τόσο που σε αγαπώ ακόμη, δεν μπορώ να σε αντικρίσω στο φέρετρο. Παρακαλώ το Θεό να με πάρει πρώτο’, λέει ο παππούς.
‘Α πα πα! Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς εσένα. Εγώ θέλω να πεθάνω πρώτη’, απάντησε η γιαγιά...
Έπειτα από λίγο ο παππούς ξεκίνησε για το καφενείο. Έξω από το σπίτι αντιλήφθηκε ότι δεν είχε πάρει μαζί του το πορτοφόλι και γύρισε πίσω. Εκείνη την ώρα σκέφτηκε να κάνει μια πλάκα στη γιαγιά. Στέκεται λοιπόν έξω από την πόρτα και την κτυπάει αργά τρεις φορές. Τοκ, τοκ, τοκ...
‘Ποιος είναι;’ ρωτάει η γιαγιά.
‘Ο Χάρος!’ απαντάει ο παππούς με αλλαγμένη τη φωνή του.
Λέει τότε τρομαγμένη η γιαγιά:
‘Πριν από λίγο έφυγε για το καφενείο ο άντρας μου’!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου