Mια φορά και έναν καιρό, στα όχι και τόσο παλιά χρόνια, η νεολαία στην Νάουσα ζούσε κοντά στη φύση και, όσο κι αν σας φαίνεται παράξενο, δεν είχε κινητά αλλά ούτε και σταθερά τηλέφωνα!!! Δεν είχε ούτε τηλεόραση και μόνο μερικοί είχαν ραδιόφωνο. Θα μου πείτε τώρα τι έκαναν οι νέοι και οι νέες. Έπαιζαν. Έπαιζαν ομαδικά παιχνίδια στη φύση. Ποδόσφαιρο, μηλάκια, ρατατούι, παχαπάνω, μαρμαδία και άλλα πολλά. Το χειμώνα είχαν άλλες ασχολίες. Και όταν πλησίαζαν τα Χριστούγεννα τους έπιανε μια συνεχή κινητικότητα γιατί το μυαλό τους ήταν να ζεστάνουν το νεογέννητο Χριστούλη. Έτσι, τουλάχιστον ένα μήνα πιο μπροστά, άρχιζε το ψάξιμο στα χωράφια για να βρουν ρίζες από δέντρα κομμένα, να τις βγάλουν από τη γη και να τις κρύψουν σε σπηλιές ή σε λημέρια στις πλαγιές του βουνού για να μην τους τις κλέψουν τα παιδιά από την κοντινή γειτονιά.
Και οι χειμώνες δεν ήταν εύκολοι. Και πολύ κρύο έκανε και χιόνι έπεφτε πολύ αλλά και λύκοι ούρλιαζαν. Ευτυχώς που είχαν την Λάικα, λυκόσκυλο από την Τασκένδη, που κρατούσε τους λύκους μακριά και δεν έπρεπε να ξεχάσουν κανένα γαϊδουράκι έξω στα χτήματα γιατί την άλλη μέρα το έβρισκαν φαγωμένο από τους λύκους. Παρόλα αυτά, αυτοί μάζευαν ξύλα για τα Χριστούγεννα να ανάψουν καρτσιούνους. Τις παραμονές των Χριστουγέννων είχαν τα κάλαντα. Έψελναν από τα ξημερώματα και πήγαιναν σε κάθε σπίτι. Ήξεραν από ποιους θα πάρουν καλά κόλιντα και από ποιους θα πάρουν ξυλοκέρατο, χαρούπι δηλαδή, ή χρήματα και ανάλογα πήγαιναν.
Την άλλη ημέρα, ανήμερα των Χριστουγέννων, από τα ξημερώματα άναβαν στην πλατεία της γειτονιάς τον καρτσιούνο και μαζεύονταν όλη η γειτονιά εκεί για να παίξουν, να μιλήσουν, ή και να φάνε καμιά φορά. Δεν έψηναν τότε τόσο πολύ γιατί δεν είχαν χρήματα να αγοράσουν κρέατα. Χριστούγεννα όμως οι περισσότεροι έψηναν πάντα έστω και στο σπίτι χοιρινές ή κότες Όσοι ήταν τυχεροί και είχαν και παππούδες που σίτευαν γουρουνάκια ειδικά για τα Χριστούγεννα είχαν φρέσκο κρέας και καμιά φορά και τσιγαρίδες. Ήταν ένα λουκούλλειο γεύμα γι’ αυτούς.
Έτσι ζούσαν κάποτε τις μέρες αυτές οι νεολαίοι της Νάουσας. Και μετά τα Χριστούγεννα περίμεναν τον Άγιο Βασίλη να έρθει την Πρωτοχρονιά να τους φέρει δώρα στα γυαλισμένα τους παπούτσια όταν κοιμόταν το βράδυ ενώ οι γονείς τους έπαιζαν χαρτιά. Και όσο κι αν προσπαθούσαν να δουν αν οι γονείς είναι ο Άγιος Βασίλης, ήταν αδύνατο να το διαπιστώσουν γιατί ο Άγιος Βασίλης υπήρχε τότε και έρχονταν τα βράδια της γιορτής του, δηλαδή ξημερώματα του Νέου Έτους, και τους έφερνε δώρα. Παλιοί καλοί καιροί, όχι και τόσο μακρινοί όπως νομίζουν πολλοί.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε από τον αγαπητό Χάρη στο προφίλ του στο fb.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου