Μια εξαιρετική ανάλυση για τα περιβόητα funds που μπήκαν στην οικονομική ζωή της καθημαγμένης-πτωχευμένης ελληνικής οικονομίας κάνει ο κ. Στέφανος Γκοτζάμανης στο euro2day.gr. Αξίζει να διαβάσετε με προσοχή την τοποθέτηση του, η οποία απέχει μακράν από δημοσιογραφικά στερεότυπα-κλισέ, τοπικών "ειδημόνων", που φυσικά έχουν σχέση με την οικονομία, όσο ο ...φάντης με το ρετσινόλαδο! Στον ρόλο των δημοσιευμάτων αναφέρθηκε σήμερα και ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Νάουσας, που θα δείτε σε σχετικό video αργότερα.
«Μιλώντας πρόσφατα με τέσσερις εταιρείες πληροφορικής διαφόρων μεγεθών και οικονομικών επιδόσεων, διαπίστωσα έκπληκτος πως και οι τέσσερις είχαν δεχτεί τουλάχιστον μία πρόταση-
κρούση από κάποιο fund, που είτε ήθελε να αποκτήσει ποσοστό σε αυτές, είτε πρότεινε να κάνουν κάποια δουλειά μαζί.
Όσο και αν ορισμένοι επιχειρηματίες υπερβάλλουν στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους, αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται αρκετές δεκάδες funds, διαφόρων συμφερόντων, που είναι δύσκολο να τα εντάξει κάποιος σε μια συγκεκριμένη κατηγορία», υποστηρίζει γνωστός παράγοντας της αγοράς, ο οποίος συμπληρώνει:
«Μπορεί οι εκπρόσωποι των συγκεκριμένων funds να έχουν ήδη προσεγγίσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής αγοράς, ωστόσο λίγες θα είναι οι συναλλαγές που θα γίνουν στο ορατό μέλλον, αν δεν αποκλιμακωθεί η αβεβαιότητα στη χώρα. Ιδίως στις περιπτώσεις που συζητούν για κουρέματα δανείων με τις πιστώτριες τράπεζες, δεν έχει ακόμη καταστεί εφικτή μια προσέγγιση αποτιμήσεων, παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες δείχνουν να είναι σήμερα πιο εύκαμπτες σε σχέση με το παρελθόν».
Στο ερώτημα γιατί τα funds αυτά εντάσσουν την Ελλάδα στα σχέδιά τους, η απάντηση που δίδεται είναι απλή: «Αφενός, υπάρχει στο εξωτερικό διαθέσιμη ρευστότητα λόγω και των αρνητικών τραπεζικών επιτοκίων και αφετέρου, όπως τα κοράκια πηγαίνουν εκεί που υπάρχουν πτώματα, έτσι και τα funds επιλέγουν τις προβληματικές οικονομίες. Αφού λοιπόν έβγαλαν λεφτά σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις (βλέπε Ιρλανδία), γιατί αυτό να μη γίνει και με την περίπτωση της Ελλάδας; Έτσι σκέφτονται».
Σε γενικές γραμμές, τα funds μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες:
Πρώτον, στα περισσότερο μακροπρόθεσμα, η πλειονότητα των οποίων εστιάζει κυρίως είτε σε εξωστρεφείς εταιρείες που χαρακτηρίζονται από αντιμετωπίσιμα οικονομικά ζητήματα, είτε σε καινοτόμες επιχειρήσεις που μέσα από την κατάλληλη στήριξη θα μπορούσαν να πολλαπλασιάσουν τις επιδόσεις τους. Έχουμε π.χ. ήδη δει τοποθετήσεις από τέτοια funds στον ευρύτερο χρηματοοικονομικό χώρο και στα ακίνητα (π.χ. Fairfax σε Eurobank, Eurolife και Grivalia), στις ιχθυοκαλλιέργειες (δύο περιπτώσεις, με περισσότερο χαρακτηριστική την εξαγορά της Ανδρομέδα από το fund Amerra), στην ακτοπλοΐα (Fortress), στις δυναμικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (π.χ. Diorama Fund, που πρόκειται για μια «διασταύρωση» μεταξύ private equity και venture capital).
Και δεύτερον, στα περισσότερο βραχυπρόθεσμα funds, τα οποία έχουν περίοδο επένδυσης που δεν υπερβαίνει την πενταετία. Πρόκειται κυρίως για funds που αποσκοπούν στην απόκτηση προβληματικών εταιρειών και ακινήτων, μέσα από μεγάλα κουρέματα δανείων.
«Τα funds αυτά πρώτα εξετάζουν τον τρόπο διαφυγής και μετά το αν θα εξαγοράσουν μια εταιρεία», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Ενδεικτική είναι η συμπεριφορά τέτοιων funds στον χώρο των εταιρειών ακινήτων, όπου συνήθως ζητούν εξασφαλισμένη ετήσια απόδοση ενοικίου (yield) άνω του 12%, γεγονός που σημαίνει ότι με βάση την πτωτική πορεία των ενοικίων, επιδιώκουν ουσιαστικά να αγοράσουν ένα ακίνητο γύρω στο 30%-50% του κόστους κατασκευής του!
«Πολλοί αποκαλούν τα συγκεκριμένα funds ως "κοράκια", ωστόσο, όπως τα κοράκια είναι χρήσιμα στη φύση και τη διατήρηση της ισορροπίας σ’ αυτήν, έτσι και τα επιθετικά αυτά funds μπορούν να συμβάλλουν στην ανασύνταξη μιας προβληματικής οικονομίας», αναφέρεται χαρακτηριστικά από παράγοντα της αγοράς.
Ένα από τα funds ακινήτων που δραστηριοποιείται (και) στην Ελλάδα είναι αυτό της Killdare Partners και ως σκοπό έχει τις άμεσες επενδύσεις σε ευρωπαϊκά εμπορικά ακίνητα, ή την απόκτηση εξυπηρετούμενων, μερικώς εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων δανείων, που είναι άμεσα ή έμμεσα εξασφαλισμένα με εμπορικά ακίνητα.
Δεν λείπουν επίσης και τα funds που επιζητούν τη δραστηριοποίηση σε έναν κλάδο, ακόμη και μέσα από την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων πτωχευμένων εταιρειών. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του (ελληνικών συμφερόντων) fund Aiglon SLP, που ενδιαφέρεται να αποκτήσει μέσα από τη διαδικασία εκκαθάρισης τα περιουσιακά στοιχεία της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας.
Επίσης, μέσα στο 2016 είχε επιδείξει αρχικό ενδιαφέρον (που όμως δεν είχε συνέχεια) για την απόκτηση του εργοστασίου της Shelman και το ελβετικό fund Cevian Capital (πάνω από 10 δισ. ευρώ υπό διαχείριση, δίνει έμφαση στην κατοχή σημαντικών ποσοστών σε εταιρείες που μέσα από μια ενεργή ιδιοκτησία μπορούν να ανεβάσουν την αξία τους μεσομακροπρόθεσμα).
Οι ξένοι, οι «ξένοι» και οι Έλληνες
Τα περισσότερα funds είναι ξένα, συχνά όμως έχουν ως στελέχη-αντιπροσώπους στη χώρα μας, είτε Έλληνες με προϋπηρεσία στους κλάδους των τραπεζών και των επενδύσεων, είτε Έλληνες του εξωτερικού.
Υπάρχουν επίσης και τα funds που έχουν μεν ως έδρα το εξωτερικό, όμως λειτουργούν με βάση κεφάλαια Ελλήνων επιχειρηματιών που απλά έχουν βγάλει στο εξωτερικό τμήμα τουλάχιστον των χρημάτων τους.
Πρόκειται για αποταμιεύσεις επιχειρηματιών, οι οποίοι σε μια περίοδο που τα ευρωπαϊκά επιτόκια είναι αρνητικά και οι αποτιμήσεις στην Ελλάδα πιεσμένες, αναζητούν πιθανές επενδυτικές ευκαιρίες στη χώρα μας, σε αγορές μάλιστα που γνωρίζουν καλά.
«Μιλώντας πρόσφατα με τέσσερις εταιρείες πληροφορικής διαφόρων μεγεθών και οικονομικών επιδόσεων, διαπίστωσα έκπληκτος πως και οι τέσσερις είχαν δεχτεί τουλάχιστον μία πρόταση-
κρούση από κάποιο fund, που είτε ήθελε να αποκτήσει ποσοστό σε αυτές, είτε πρότεινε να κάνουν κάποια δουλειά μαζί.
Όσο και αν ορισμένοι επιχειρηματίες υπερβάλλουν στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους, αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται αρκετές δεκάδες funds, διαφόρων συμφερόντων, που είναι δύσκολο να τα εντάξει κάποιος σε μια συγκεκριμένη κατηγορία», υποστηρίζει γνωστός παράγοντας της αγοράς, ο οποίος συμπληρώνει:
«Μπορεί οι εκπρόσωποι των συγκεκριμένων funds να έχουν ήδη προσεγγίσει το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής αγοράς, ωστόσο λίγες θα είναι οι συναλλαγές που θα γίνουν στο ορατό μέλλον, αν δεν αποκλιμακωθεί η αβεβαιότητα στη χώρα. Ιδίως στις περιπτώσεις που συζητούν για κουρέματα δανείων με τις πιστώτριες τράπεζες, δεν έχει ακόμη καταστεί εφικτή μια προσέγγιση αποτιμήσεων, παρά το γεγονός ότι οι τράπεζες δείχνουν να είναι σήμερα πιο εύκαμπτες σε σχέση με το παρελθόν».
Στο ερώτημα γιατί τα funds αυτά εντάσσουν την Ελλάδα στα σχέδιά τους, η απάντηση που δίδεται είναι απλή: «Αφενός, υπάρχει στο εξωτερικό διαθέσιμη ρευστότητα λόγω και των αρνητικών τραπεζικών επιτοκίων και αφετέρου, όπως τα κοράκια πηγαίνουν εκεί που υπάρχουν πτώματα, έτσι και τα funds επιλέγουν τις προβληματικές οικονομίες. Αφού λοιπόν έβγαλαν λεφτά σε άλλες ανάλογες περιπτώσεις (βλέπε Ιρλανδία), γιατί αυτό να μη γίνει και με την περίπτωση της Ελλάδας; Έτσι σκέφτονται».
Σε γενικές γραμμές, τα funds μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες:
Πρώτον, στα περισσότερο μακροπρόθεσμα, η πλειονότητα των οποίων εστιάζει κυρίως είτε σε εξωστρεφείς εταιρείες που χαρακτηρίζονται από αντιμετωπίσιμα οικονομικά ζητήματα, είτε σε καινοτόμες επιχειρήσεις που μέσα από την κατάλληλη στήριξη θα μπορούσαν να πολλαπλασιάσουν τις επιδόσεις τους. Έχουμε π.χ. ήδη δει τοποθετήσεις από τέτοια funds στον ευρύτερο χρηματοοικονομικό χώρο και στα ακίνητα (π.χ. Fairfax σε Eurobank, Eurolife και Grivalia), στις ιχθυοκαλλιέργειες (δύο περιπτώσεις, με περισσότερο χαρακτηριστική την εξαγορά της Ανδρομέδα από το fund Amerra), στην ακτοπλοΐα (Fortress), στις δυναμικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (π.χ. Diorama Fund, που πρόκειται για μια «διασταύρωση» μεταξύ private equity και venture capital).
Και δεύτερον, στα περισσότερο βραχυπρόθεσμα funds, τα οποία έχουν περίοδο επένδυσης που δεν υπερβαίνει την πενταετία. Πρόκειται κυρίως για funds που αποσκοπούν στην απόκτηση προβληματικών εταιρειών και ακινήτων, μέσα από μεγάλα κουρέματα δανείων.
«Τα funds αυτά πρώτα εξετάζουν τον τρόπο διαφυγής και μετά το αν θα εξαγοράσουν μια εταιρεία», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Ενδεικτική είναι η συμπεριφορά τέτοιων funds στον χώρο των εταιρειών ακινήτων, όπου συνήθως ζητούν εξασφαλισμένη ετήσια απόδοση ενοικίου (yield) άνω του 12%, γεγονός που σημαίνει ότι με βάση την πτωτική πορεία των ενοικίων, επιδιώκουν ουσιαστικά να αγοράσουν ένα ακίνητο γύρω στο 30%-50% του κόστους κατασκευής του!
«Πολλοί αποκαλούν τα συγκεκριμένα funds ως "κοράκια", ωστόσο, όπως τα κοράκια είναι χρήσιμα στη φύση και τη διατήρηση της ισορροπίας σ’ αυτήν, έτσι και τα επιθετικά αυτά funds μπορούν να συμβάλλουν στην ανασύνταξη μιας προβληματικής οικονομίας», αναφέρεται χαρακτηριστικά από παράγοντα της αγοράς.
Ένα από τα funds ακινήτων που δραστηριοποιείται (και) στην Ελλάδα είναι αυτό της Killdare Partners και ως σκοπό έχει τις άμεσες επενδύσεις σε ευρωπαϊκά εμπορικά ακίνητα, ή την απόκτηση εξυπηρετούμενων, μερικώς εξυπηρετούμενων και μη εξυπηρετούμενων δανείων, που είναι άμεσα ή έμμεσα εξασφαλισμένα με εμπορικά ακίνητα.
Δεν λείπουν επίσης και τα funds που επιζητούν τη δραστηριοποίηση σε έναν κλάδο, ακόμη και μέσα από την απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων πτωχευμένων εταιρειών. Ενδεικτική είναι η περίπτωση του (ελληνικών συμφερόντων) fund Aiglon SLP, που ενδιαφέρεται να αποκτήσει μέσα από τη διαδικασία εκκαθάρισης τα περιουσιακά στοιχεία της Ενωμένης Κλωστοϋφαντουργίας.
Επίσης, μέσα στο 2016 είχε επιδείξει αρχικό ενδιαφέρον (που όμως δεν είχε συνέχεια) για την απόκτηση του εργοστασίου της Shelman και το ελβετικό fund Cevian Capital (πάνω από 10 δισ. ευρώ υπό διαχείριση, δίνει έμφαση στην κατοχή σημαντικών ποσοστών σε εταιρείες που μέσα από μια ενεργή ιδιοκτησία μπορούν να ανεβάσουν την αξία τους μεσομακροπρόθεσμα).
Οι ξένοι, οι «ξένοι» και οι Έλληνες
Τα περισσότερα funds είναι ξένα, συχνά όμως έχουν ως στελέχη-αντιπροσώπους στη χώρα μας, είτε Έλληνες με προϋπηρεσία στους κλάδους των τραπεζών και των επενδύσεων, είτε Έλληνες του εξωτερικού.
Υπάρχουν επίσης και τα funds που έχουν μεν ως έδρα το εξωτερικό, όμως λειτουργούν με βάση κεφάλαια Ελλήνων επιχειρηματιών που απλά έχουν βγάλει στο εξωτερικό τμήμα τουλάχιστον των χρημάτων τους.
Πρόκειται για αποταμιεύσεις επιχειρηματιών, οι οποίοι σε μια περίοδο που τα ευρωπαϊκά επιτόκια είναι αρνητικά και οι αποτιμήσεις στην Ελλάδα πιεσμένες, αναζητούν πιθανές επενδυτικές ευκαιρίες στη χώρα μας, σε αγορές μάλιστα που γνωρίζουν καλά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου