Tο Σάββατο 16 Απριλίου ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα, επί τη μνήμη των αγίων αυταδέλφων παρθενομαρτύρων Αγάπης, ΕΙρήνης και Χιονίας, ιερό Ναό αγίου Δημητρίου στο Αρκοχώρι Νάουσας.
Στο τέλος της θείας Λειτουργίας ο σεβασμιώτατος τίμησε
ευεργέτες της ενορίας που πρόσφατα ανακαινίστηκε με τη μέριμνα του πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Θρόνου π. Στυλιανού Μακρή. Ακολούθησε επίσκεψη και σε άλλες εκκλησίες του γραφικού αυτού ορεινού χωριού.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου.
«Παρθενίας ἔσοπτρα … νοερῶς ἠστράψατε … τήν Ἐκκλησίαν ἀγλαΐζουσαι, νύκτα δέ τῶν νοσημάτων ἀπελαύνουσαι», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα πρός τιμήν τῶν τριῶν ἁγίων μαρτύρων Ἀγάπης, Εἰρήνης καί Χιονίας, πού τιμᾶ σήμερα καί τῶν ὁποίων τή μνήμη πανηγυρίζει ἰδιαιτέρως ἡ ἐνορία σας.
Καί ὅσα ψάλλει πρός τιμήν τους ὁ ἱερός ὑμνογράφος δέν εἶναι ὑπερβολές οὔτε ρητορικά σχήματα. Εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι ἡ πραγματικότητα τήν ὁποία ζοῦμε καθημερινά καί βιώνουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, ἡ ζωή τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ζωή τῶν ἁγίων της.
Γιατί τί ἦταν, ἀδελφοί μου, οἱ τρεῖς ἑορταζόμενες ἁγίες; Τρεῖς νεαρές κοπέλες ἦταν, πού ξεχώριζαν ὅμως ἀπό τίς συνομίληκές τους, γιατί αὐτές πίστευαν στόν Χριστό. Καί πίστευαν στόν Χριστό σημαίνει ὅτι ζοῦσαν καί σύμφωνα μέ τό εὐαγγέλιο καί τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἐκείνη τήν ἐποχή, τήν ἐποχή τῶν διωγμῶν, δέν ἦταν οἱ ἄνθρωποι χριστιανοί, ἐπειδή ἔτυχε νά βαπτισθοῦν χριστιανοί. Ἦταν χριστιανοί, γιατί εἶχαν ἐπιλέξει νά πιστεύουν στόν Χριστό, γνωρίζοντας τίς δυσκολίες καί τούς κινδύνους, γνωρίζοντας ὅτι παραβίαζαν τίς ἐντολές τοῦ αὐτοκράτορα καί τούς νόμους τοῦ κράτους καί κινδύνευαν νά συλληφθοῦν καί νά ὁδηγηθοῦν στό μαρτύριο.
Καί ὅμως αὐτές οἱ τρεῖς νεαρές ὑπάρξεις εἶχαν ἐπιλέξει τόν Χριστό. Εἶχαν διαλέξει νά εἶναι μαζί του καί νά ζοῦν ὅπως Ἐκεῖνος ἤθελε, ἀδιαφορώντας γιά τίς αὐστηρές ἀπαγορεύσεις τῶν νόμων. Καί αὐτή τους ἡ ἐπιλογή τίς ἔκανε νά ξεχωρίζουν καί νά διακρίνονται ἀνάμεσα στίς συνομίληκες τους. Τίς ἔκανε νά ξεχωρίζουν, γιατί ἡ ζωή τους ἦταν ἁπλή καί καθαρή· γιατί ἡ ἀναστροφή τους δέν εἶχε καμία σχέση μέ τήν ἁμαρτία καί τά ἔργα τῆς ἁμαρτίας, μέ τίς διασκεδάσεις καί τίς κοσμικές ἀπολαύσεις πού ἔτερπαν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους.
Καί στήν καθαρή τους ψυχή ἔλαμπε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν «παρθενίας ἔσοπτρα, ὅπως γράφει ὁ ἱερός ὑμνογράφος». Ἦταν σάν τόν καθρέφτη πού ἀντανακλᾶ τό φῶς καί τό μεταδίδει σέ ὅλο τό περιβάλλον. Ἔτσι ἔλαμπαν καί αὐτές, ὅπως ζητᾶ ὁ Χριστός ἀπό τούς μαθητές του «οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».
Καί δέν ἔλαμπαν μόνο τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά δόξασαν καί τόν Θεό, διότι ὅταν τίς συνέλαβαν ὡς χριστιανές, ἡ Ἀγάπη, ἡ Εἰρήνη καί ἡ Χιονία δέν ἀρνήθηκαν τήν πίστη τους. Ὁμολόγησαν μέ θάρρος τό ὄνομά του, ἀρνήθηκαν ὅλες τίς προσφορές καί τίς ὑποσχέσεις τοῦ ἡγεμόνος καί ὑπέμειναν μέ καρτερία τά βασανιστήρια καί τόν μαρτυρικό θάνατο. Καί ἐνῶ θά περίμενε κανείς μέ τόν θάνατό τους νά σβύσει τό φῶς τους, τό φῶς αὐτό δυνάμωσε περισσότερο καί ἔγινε φῶς πού φωτίζει τήν Ἐκκλησία, ὅπως ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Διότι, ἀδελφοί μου, τό φῶς πού ἀκτινοβολοῦσαν οἱ τρεῖς ἁγίες δέν ἦταν φῶς ἀνθρώπινο καί ἐγκόσμιο πού ἐξαντλεῖται καί σβύνει μέ τόν θάνατο. Ἦταν τό φῶς τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης στόν Χριστό, ἦταν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ πού ὄχι μόνο δέν σβύνει ἀλλά ἐνισχύεται μέ τό μαρτύριο καί παραμένει γιά νά φωτίζει τήν Ἐκκλησία καί τόν κόσμο, καί νά ἐκδιώκει «τή νύκτα τῶν νοσημάτων» κατά τόν ἱερό ὑμνογράφο.
Καί εἶναι ἀλήθεια αὐτό, ὄχι μόνο γιατί τά ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποτελοῦν πηγή ἀκένωτη τῆς θείας χάριτος καί θαυματουργοῦν, θεραπεύοντας τούς ἀνθρώπους πού προστρέχουν σ᾽ αὐτά καί ἐπικαλοῦνται τίς πρεσβεῖες τους ἀπό τά σωματικά καί ψυχικά νοσήματα καί ἀσθενήματα, ἀλλά καί γιατί μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς τους φωτίζουν, ἀδελφοί μου, καί τή δική μας ζωή.
Ζοῦμε σέ ἕνα κόσμο πού παρότι εἶναι κατ᾽ ὄνομα χριστιανικός, δέν διαφέρει πολύ ἀπό τόν εἰδωλολατρικό κόσμο στόν ὁποῖο ζοῦσαν οἱ τρεῖς ἑορταζόμενες μάρτυρες. Καί ὅπως ἐκεῖνες ἔμειναν σταθερές στήν πίστη τους, ἔμειναν σταθερές στήν ἀγάπη τους στόν Χριστό, χωρίς νά ἐπηρεασθοῦν καί χωρίς νά κλονισθοῦν ἀπό ὅσα συνέβαιναν γύρω τους, ἔτσι καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, μποροῦμε καί πρέπει νά μείνουμε σταθεροί στήν πίστη μας καί τήν ἀγάπη μας στόν Χριστό. Νά μήν ἐπηρεαζόμαστε ἀπό τήν προσπάθεια πού γίνεται συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα νά ἀλλοιωθεῖ ἡ πίστη μέ τό πρόσχημα τοῦ «ἐκσυγχρονισμοῦ» τῆς κοινωνίας καί τοῦ κόσμου μέσα στόν ὁποῖο ζοῦμε. Γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά ὅσους πιστεύουν πραγματικά ὁ «Ἰησοῦς» εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» καί δέν ἔχει ἀνάγκη ἐκσυγχρονισμοῦ καί προσαρμογῆς.
Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς ἄς παραμένουμε ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι στήν πίστη, ὅπως οἱ ἑορταζόμενες ἁγίες Ἀγάπη, Εἰρήνη καί Χιονία, καί ἄς ὁμολογοῦμε μέ τή ζωή μας τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ἔχουμε τή χάρη του καί τό φῶς του στή ζωή μας.
Στο τέλος της θείας Λειτουργίας ο σεβασμιώτατος τίμησε
ευεργέτες της ενορίας που πρόσφατα ανακαινίστηκε με τη μέριμνα του πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Θρόνου π. Στυλιανού Μακρή. Ακολούθησε επίσκεψη και σε άλλες εκκλησίες του γραφικού αυτού ορεινού χωριού.
Η ομιλία του σεβασμιωτάτου.
«Παρθενίας ἔσοπτρα … νοερῶς ἠστράψατε … τήν Ἐκκλησίαν ἀγλαΐζουσαι, νύκτα δέ τῶν νοσημάτων ἀπελαύνουσαι», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας σήμερα πρός τιμήν τῶν τριῶν ἁγίων μαρτύρων Ἀγάπης, Εἰρήνης καί Χιονίας, πού τιμᾶ σήμερα καί τῶν ὁποίων τή μνήμη πανηγυρίζει ἰδιαιτέρως ἡ ἐνορία σας.
Καί ὅσα ψάλλει πρός τιμήν τους ὁ ἱερός ὑμνογράφος δέν εἶναι ὑπερβολές οὔτε ρητορικά σχήματα. Εἶναι ἡ ἀλήθεια καί ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας. Εἶναι ἡ πραγματικότητα τήν ὁποία ζοῦμε καθημερινά καί βιώνουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, ἡ ζωή τῆς ὁποίας εἶναι ἡ ζωή τῶν ἁγίων της.
Γιατί τί ἦταν, ἀδελφοί μου, οἱ τρεῖς ἑορταζόμενες ἁγίες; Τρεῖς νεαρές κοπέλες ἦταν, πού ξεχώριζαν ὅμως ἀπό τίς συνομίληκές τους, γιατί αὐτές πίστευαν στόν Χριστό. Καί πίστευαν στόν Χριστό σημαίνει ὅτι ζοῦσαν καί σύμφωνα μέ τό εὐαγγέλιο καί τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Διότι ἐκείνη τήν ἐποχή, τήν ἐποχή τῶν διωγμῶν, δέν ἦταν οἱ ἄνθρωποι χριστιανοί, ἐπειδή ἔτυχε νά βαπτισθοῦν χριστιανοί. Ἦταν χριστιανοί, γιατί εἶχαν ἐπιλέξει νά πιστεύουν στόν Χριστό, γνωρίζοντας τίς δυσκολίες καί τούς κινδύνους, γνωρίζοντας ὅτι παραβίαζαν τίς ἐντολές τοῦ αὐτοκράτορα καί τούς νόμους τοῦ κράτους καί κινδύνευαν νά συλληφθοῦν καί νά ὁδηγηθοῦν στό μαρτύριο.
Καί ὅμως αὐτές οἱ τρεῖς νεαρές ὑπάρξεις εἶχαν ἐπιλέξει τόν Χριστό. Εἶχαν διαλέξει νά εἶναι μαζί του καί νά ζοῦν ὅπως Ἐκεῖνος ἤθελε, ἀδιαφορώντας γιά τίς αὐστηρές ἀπαγορεύσεις τῶν νόμων. Καί αὐτή τους ἡ ἐπιλογή τίς ἔκανε νά ξεχωρίζουν καί νά διακρίνονται ἀνάμεσα στίς συνομίληκες τους. Τίς ἔκανε νά ξεχωρίζουν, γιατί ἡ ζωή τους ἦταν ἁπλή καί καθαρή· γιατί ἡ ἀναστροφή τους δέν εἶχε καμία σχέση μέ τήν ἁμαρτία καί τά ἔργα τῆς ἁμαρτίας, μέ τίς διασκεδάσεις καί τίς κοσμικές ἀπολαύσεις πού ἔτερπαν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους.
Καί στήν καθαρή τους ψυχή ἔλαμπε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν «παρθενίας ἔσοπτρα, ὅπως γράφει ὁ ἱερός ὑμνογράφος». Ἦταν σάν τόν καθρέφτη πού ἀντανακλᾶ τό φῶς καί τό μεταδίδει σέ ὅλο τό περιβάλλον. Ἔτσι ἔλαμπαν καί αὐτές, ὅπως ζητᾶ ὁ Χριστός ἀπό τούς μαθητές του «οὕτω λαμψάτω τό φῶς ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἴδωσιν ὑμῶν τά καλά ἔργα καί δοξάσωσι τόν πατέρα ὑμῶν τόν ἐν τοῖς οὐρανοῖς».
Καί δέν ἔλαμπαν μόνο τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά δόξασαν καί τόν Θεό, διότι ὅταν τίς συνέλαβαν ὡς χριστιανές, ἡ Ἀγάπη, ἡ Εἰρήνη καί ἡ Χιονία δέν ἀρνήθηκαν τήν πίστη τους. Ὁμολόγησαν μέ θάρρος τό ὄνομά του, ἀρνήθηκαν ὅλες τίς προσφορές καί τίς ὑποσχέσεις τοῦ ἡγεμόνος καί ὑπέμειναν μέ καρτερία τά βασανιστήρια καί τόν μαρτυρικό θάνατο. Καί ἐνῶ θά περίμενε κανείς μέ τόν θάνατό τους νά σβύσει τό φῶς τους, τό φῶς αὐτό δυνάμωσε περισσότερο καί ἔγινε φῶς πού φωτίζει τήν Ἐκκλησία, ὅπως ψάλλει ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Διότι, ἀδελφοί μου, τό φῶς πού ἀκτινοβολοῦσαν οἱ τρεῖς ἁγίες δέν ἦταν φῶς ἀνθρώπινο καί ἐγκόσμιο πού ἐξαντλεῖται καί σβύνει μέ τόν θάνατο. Ἦταν τό φῶς τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης στόν Χριστό, ἦταν τό φῶς τοῦ Χριστοῦ πού ὄχι μόνο δέν σβύνει ἀλλά ἐνισχύεται μέ τό μαρτύριο καί παραμένει γιά νά φωτίζει τήν Ἐκκλησία καί τόν κόσμο, καί νά ἐκδιώκει «τή νύκτα τῶν νοσημάτων» κατά τόν ἱερό ὑμνογράφο.
Καί εἶναι ἀλήθεια αὐτό, ὄχι μόνο γιατί τά ἱερά λείψανα τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποτελοῦν πηγή ἀκένωτη τῆς θείας χάριτος καί θαυματουργοῦν, θεραπεύοντας τούς ἀνθρώπους πού προστρέχουν σ᾽ αὐτά καί ἐπικαλοῦνται τίς πρεσβεῖες τους ἀπό τά σωματικά καί ψυχικά νοσήματα καί ἀσθενήματα, ἀλλά καί γιατί μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς τους φωτίζουν, ἀδελφοί μου, καί τή δική μας ζωή.
Ζοῦμε σέ ἕνα κόσμο πού παρότι εἶναι κατ᾽ ὄνομα χριστιανικός, δέν διαφέρει πολύ ἀπό τόν εἰδωλολατρικό κόσμο στόν ὁποῖο ζοῦσαν οἱ τρεῖς ἑορταζόμενες μάρτυρες. Καί ὅπως ἐκεῖνες ἔμειναν σταθερές στήν πίστη τους, ἔμειναν σταθερές στήν ἀγάπη τους στόν Χριστό, χωρίς νά ἐπηρεασθοῦν καί χωρίς νά κλονισθοῦν ἀπό ὅσα συνέβαιναν γύρω τους, ἔτσι καί ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, μποροῦμε καί πρέπει νά μείνουμε σταθεροί στήν πίστη μας καί τήν ἀγάπη μας στόν Χριστό. Νά μήν ἐπηρεαζόμαστε ἀπό τήν προσπάθεια πού γίνεται συνειδητά ἤ ἀσυνείδητα νά ἀλλοιωθεῖ ἡ πίστη μέ τό πρόσχημα τοῦ «ἐκσυγχρονισμοῦ» τῆς κοινωνίας καί τοῦ κόσμου μέσα στόν ὁποῖο ζοῦμε. Γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά ὅσους πιστεύουν πραγματικά ὁ «Ἰησοῦς» εἶναι «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» καί δέν ἔχει ἀνάγκη ἐκσυγχρονισμοῦ καί προσαρμογῆς.
Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς ἄς παραμένουμε ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι στήν πίστη, ὅπως οἱ ἑορταζόμενες ἁγίες Ἀγάπη, Εἰρήνη καί Χιονία, καί ἄς ὁμολογοῦμε μέ τή ζωή μας τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, γιά νά ἔχουμε τή χάρη του καί τό φῶς του στή ζωή μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου