Πάντα ο Τσέχος υπήρξε πολίτης και ποιητής, με την έννοια που οι δύο αυτοί όροι συγκοινωνούν ανατροφοδοτώντας ο ένας τον άλλον. Ο Τσέχος ποτέ δεν αρκέστηκε σε ποιητικές καταθέσεις τύπου… ομφαλοσκόπησης. Ο ποιητής ανήκει στον κόσμο, στο καθημερινό γίγνεσθαι και δεν είναι ξεκομμένος απ’ αυτόν. Και ο κόσμος με τη σειρά του, ανήκει στον ποιητή, για να τον καθρεφτίσει στους στίχους του.
Στην δέκατη τέταρτη συλλογή του με τον ευρηματικό τίτλο «Τα Ηλικιωμένα Ανήλικα», εκδόσεις Φεγγίτης, συγκεντρώνονται ποιήματα απόσταγμα μιας γεμάτης δράσεις και συγκινήσεις ζωής, που έχουν την ωριμότητα της ηλικίας, «ηλικιωμένα», και το πάθος της νεότητας, «ανήλικα». Άλλωστε ποιος δεν το πιστεύει πως ο Τσέχος δεν είναι παρά ένας αιώνιος έφηβος;
Σε μια εξαιρετικά καλαίσθητη έκδοση ο ποιητής απλώνει τους στίχους του ελεύθερους σ’ ένα ευρύ θεματικό πεδίο, όπου πετά φωτοβολίδες τις λέξεις του, πολλές φορές ατίθασες και ανεξέλεγκτες κι άλλοτε τιθασευμένες υπακούοντας σε μια δική τους μελωδία.
Άλλωστε ποιητή αντιπροσωπευτικό της γενιάς του δεν τον κάνουν οι μεταφράσεις του σε πέντε γλώσσες – χωρίς κάτι τέτοιο να μη μετρά – αλλά το ότι έχει τη δική του ταυτότητα. Ο Τσέχος είναι ο Τσέχος! Η ποίησή του είναι αναγνωρίσιμη. Έχει τη δική της ταυτότητα.
Αυτήν τη φορά η ποίησή του περνά μέσα από καυστικές ή συγκινητικές αντιθέσεις. Ακουμπά τη ζωή και το θάνατο, το φασισμό και τους αγώνες εκείνων που τον πολεμάνε, τους πωλητές της μνήμης και της αξιοπρέπειας του τόπου, παίζοντας με λέξεις και εικόνες της παιδικής αθωότητας.
Ξεκινώντας με το «Χαίρε κόσμε», που ουσιαστικά κλείνει και την αντίθεση χαιρετισμού και αποχαιρετισμού συνάμα, θυμίζει, συνειδητά από τη μεριά του, τον «Κερέμ» του Ναζίμ Χικμέτ, που λέει: «αν δεν καώ εγώ/αν δεν καείς εσύ/ πώς θα γίνουνε τα σκοτάδια φως;»
Χαίρε Κόσμε
Όταν πεθάνω
Να με κάψετε
Όπως κάηκα και στη ζωή
Όχι γιατί δεν καιγόσασταν κι εσείς
Μα εσείς δεν θέλατε
Τώρα συνάδοντας στάχτες
Όσο σκοτεινιάζει
Οι φλόγες μου καίνε φως
Με την αίσθηση πως ανήκει όχι μόνο στην πατρίδα του – το μικρό του Γιαννακοχώρι, τη Νάουσα, την Ελλάδα – αλλά πως ανήκει στον κόσμο, στους λαούς που αντιστέκονται με το μικρό αλλά μεγάλο στην πραγματικότητα ανάστημά τους, γράφει για την τραγουδίστρια από την Τουρκία, την Helin Bolek, που συγκλόνισε τον κόσμο με την απεργία πείνας και το χαμό της:
Αχ πεταλούδα Επέστρεψε
Πώς να καθίσω να σου γράψω ένα ποίημα
Αφού εσύ το γράφεις όρθια
Πώς να σου το αφιερώσω
Αφού εσύ Θυσία μάς αφιερώνεσαι[…]
Φασισμέ Φασισμέ Φασίστα
Θα σου θυσιαζόμαστε όλοι ωραίοι
Ωραία κορίτσια κι αγόρια
Ψυχαί ανθέων και καρπών
Φοβάσαι ε;
Φοβάσαι τον θάνατο και θανατώνεις φασίστα
Δεν έχεις Πατρίδα και σκοτώνεις Πατρίδες
Σε όσους ξεπουλάνε τους όποιους θησαυρούς η πατρίδα κληρονόμησε από τη φύση ή απ΄ τους προγόνους της γράφει με ύφος καταγγελτικό:
Ανεμογεννήτριοι
Είστε Πτωχοί; Άνεργοι;
Μισείτε τη Φύση τον Άνθρωπο;
Έχετε ιδέα τι είναι Μέλλον Χάρος Παρόν[…]
Γνωρίζετε ποια ιερά πατούν και βρομίζουν τα
Λερωμένα σας πέλματα;
Τι είστε; Ποιοι είστε; Π ε ί τ ε
Πείτε μας πόσα είναι τα κέρδη
Της Ελλαδοκαταστροφής στα 20 χρόνια! […]
Εδώ θα είμαστε
Φαραωνικά ορθοί
Αμείλικτα ερωτηματικά
Εφιάλτες ονείρων σας
Ύπνου Ξύπνου
Δε διστάζει να μιλήσει με τη φωνή του βουνού της πατρίδας του, του Βέρμιου, λέγοντας:
Αθώο Βέρμιο
Ανεμογεννήτριες μην ακουμπήσεις
Ο Φίλιππος ο Β’
Ο Μεγαλέξανδρος
Έχουν ψυχές κρυμμένες[…]
Σταθείτε μακριά
Μόνον αστραπές και κεραυνοί θα σας συντρίψουν
Βάλτε νου αφού ψυχή δεν έχετε
3000 χρόνια τώρα
Αντρειωμένο είμαι Βέρμιο
Και σε άλλο ποίημα με την ίδια φωνή του βουνού προσθέτει:
Δεν είμαι Ευρωπαίος
ΤΕΡΝΑ
ΑΙΟΛΙΚΗ
Τέρας ανεμογεννητριών
Βέρμιο είμαι
Άγραφτα νησιά
Ποιητής
Που λίγα έπραξα
Και δεν με αποστήθισα
Αλλά ποιοι άλλοι έχουν ευθύνες; Γιατί δεν βλέπουν όσα φωνάζουν από μόνα τους;
Λαέ ποιος είναι ο ρόλος σου;
Χάθηκες στα ταλέντα
Έγινες ρέστα και ψιλά
Έργατα φαλιμέντα
Αλλού ξαναβρίσκει τη νιότη του μέσα από κόκκινες βασιλικές παιώνιες ή κατακόκκινα κεράσια, σαν παιδικό τραγούδι:
Δυο λουλούδια ανθισμένα
Μες στις ευωδιές
Δυο φεγγάρια διψασμένα
Λάμπουν ποτισιές[…]
Βούτηξα στα κερασάκια
Ώριμα κοκκινισμένα
Πάρε φάε φάε πάρε
Τα δοντάκια μου πρησμένα[…]
Μαζεμένη λαϊκή σοφία βρίσκει κανείς και σε επιγράμματα του Τσέχου, που εμφανίστηκαν και σε προηγούμενες συλλογές, εδώ όμως είναι περισσότερα. Η επιγραμματική ποίηση, καθώς έχει τη δύναμη της άμεσης στόχευσης μέσα από την αφαίρεση, του πάει πολύ:
Έμεινα φυλακισμένος
Εις της Ποίησης τα μέρη
… … … … …
Ησυχάστε
Η ποίηση του Τσέχου έχει πράξη
… … … …
Κοίτα Ποίηση
Θεός να γίνεις
Εκδικήσου
Εδώ τη θέση τους έχουν και ποντιακά ποιήματα ή επιγράμματα, που πηγάζουν όχι μόνο από τη μητρική γλώσσα του Τσέχου και την ανάγκη του να εκφραστεί και μέσα απ’ αυτήν, αλλά κι από την επιθυμία του να δείξει τη γλώσσα και τους χυμούς της και σε άλλους. Χαρακτηριστικά γράφει και μεταφράζει συνάμα:
Ποίον φορτίον
Εν’ ζωή βαρύτερον
Νους ή καρδίαν;
( Μα ποιο φορτίο
Είναι πιο βαρύ ζωή
Νους ή καρδία;)
Και συνεχίζει:
Έρθεν και πήεν η ζωήν
Άμον κερίν αχρείαστον[…]
( Ήρθε και πήγε η ζωή
Σαν κερί αχρείαστο)
Κι εδώ, βέβαια, δεν θα συμφωνήσουμε με τον ποιητή για τη ζωή που ήρθε και πήγε σαν κερί αχρείαστο. Γιατί η δική του ζωή ήταν, σύμφωνα με τους στίχους του έτσι:
Μ ακούς ποίηση
μισός αιώνας λάτρης σου[…]
Αίμα έρωτες
Εκδόσεις συνεντεύξεις
Μελοποιήσεις ή ντοκιμαντέρ
Αρθογραφίες και παρουσιάσεις
Βιβλία βιβλία […]
Και για να μιλήσουμε και σε δεύτερο πρόσωπο, ποιητή, έκανες πολλά και ωραία σ΄αυτήν τη ζωή. Άλλωστε το λες και συ:
Και πρώτος καίγομαι
Και έτσι καίω
Από τις χαμηλές ως τις ψηλές κορφές
Τ΄ ατέλειωτο κακό του Κόσμου
Γιατί κουράστηκα να ζουν οι στάχτες […]
Κι ας κλείσουμε αυτά τα λίγα δικά μας λόγια για τη συλλογή σου, με το δικό σου χάικου:
Ας σπαθίζουμε
Το φως που δωρίζουμε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου