Σάββατο σήμερα. Η μέρα επιβάλλεται πιο χαλαρή μέσα στη "θύελλα" του εγκλεισμού που ζούμε. Είπα λοιπόν να αναδιφήσω για λίγο στο αρχείο. Όταν ειδικά βλέπω χρονολογία «1959», κάτι σα να με ηλεκτρίζει αμέσως. Βλέπετε η γενέθλιος χρονιά είναι πάντα κάτι το ξεχωριστό για όλους μας. Η φωτογραφία που βρίσκω μπροστά μου παλιά μεν αλλά –όλως παραδόξως- έγχρωμη. «Τύποις ΦΩΝΗ ΝΑΟΥΣΗΣ» λέει κάτω χαμηλά το «Τευχάκι» που πριν χρόνια μου έφερε ο φίλος Σούλης Σιούγγαρης. Περί τίνος πρόκειται; Για ένα καλαίσθητο πόνημα του Ποιητή και Καλλιτέχνη Γρηγορίου Τσιώμη.
Ποιος δεν θυμάται τον Γρηγοράκη τον Τσιώμη; Αποτελούσε μοναδική φιγούρα για τη Νάουσα. Ξενιτεμένος κάποτε, τη δεκαετία του ’50 έφερνε πίσω τον δικό του καλλιτεχνικό «αέρα» από την πόλη του φωτός. Έφερνε νέα ήθη και μια «ευρωπαϊκή κουλτούρα» στην ένδυση. Τα ρούχα που διάλεγε ήταν εντελώς ξεχωριστά για την εποχή εκείνη. Ήθελε να ξεχωρίζει! Πολύχρωμα –εμπριμέ –καρώ πουκάμισα, σακάκια και παντελόνια φαρδιάς γραμμής. Καπέλα, παπούτσια, γραβάτες και άλλα συναφή αξεσουάρ, συνέθεταν μια απόλυτα ξεχωριστή προσωπικότητα. Ιδιαίτερα γραφικό θα τον έλεγα. Αυτοσυστήνονταν ως «Ηθοποιός» του Κινηματογράφου των Παρισίων, βλέπετε. Πέραν όμως ότι ….ποιούνταν το «ήθος», είχε κι ένα ακόμη χάρισμα. Ήταν πράγματι ένας γνήσιος, ένας λαϊκός, ένας αυθεντικός Ποιητής.
Φέτος λοιπόν, που έχουμε την επέτειο των 200 χρόνων από την Επανάσταση του Γένους, δεν μπορεί παρά να θυμόμαστε τέτοιους ξεχωριστούς ανθρώπους. Διπλός επομένως ο λόγος για την αναφορά μου αυτή στον Γρηγοράκη τον Τσιώμη. Το τεύχος τυπώθηκε το 1959 και αναφερόταν στην «Επανάσταση» του ’21. Το δικαιούται συνεπώς.
Να θυμίσω επίσης ότι όταν αναφέρονταν στην Ιστορική κληρονομιά της Νάουσας, πάντα δάκρυζε και συγκινούνταν. Το Ολοκαύτωμα της πόλης, τον συνέπαιρνε σε σημείο που πολλές φορές …ξέφευγε. Μιλούσε με τέτοιο πάθος, σα να ζούσε τις στιγμές του 1822. Παρομοίαζε και φανταζόταν τις Ηρωϊδες Ναουσαίες, ως άλλες …Νεράϊδες. Νύφες του νερού και της ιστορίας. Που κάθε βράδυ …αναδύονται πανέμορφες ασπροφορεμένες από τα αφρισμένα νερά της Αράπιτσας! Κι από κει και πέρα, να οι φαντασιώσεις του! Να τα όνειρα και οι ….παραισθήσεις του! Το μυαλό του ταξίδευε στον ιστορικό χρόνο. Σκάρωνε με τη φαντασία του το «απόλυτο». Ξεχνούσε τους νόμους της βαρύτητας και της λογικής, συνδύαζε ιστορία, αφηγήματα, πραγματικότητες αλλά και τα δικά του «θέλω», όλα μαζί ανακατεμένα. Άδολα όμως. Τελείως καλοπροαίρετα. Αλλά οι σκέψεις του αυτές, τον οδηγούσαν πολλές φορές στην υπερβολή.
Κι εκεί ήταν που αρκετοί του κάνανε και πλάκες. Γιατί, όταν όλη μέρα στο μυαλό του σφηνώνονταν τέτοιες νοερές κατασκευές, δεν ήθελε και πολύ να …ξεφύγει. Πολλά πειραχτήρια λοιπόν, του σκαρώνανε δήθεν «Νεράϊδες» φορώντας μεγάλα λευκά σεντόνια και τα βράδια έκοβαν βόλτες με «νεραϊδίσιους αλαλαγμούς» έξω απ’ τα παραθύρια του! Τρέλα ο Γρηγοράκης! Όσο έβλεπε τέτοια καμώματα, τα ερμήνευε ως γεγονότα! Και φυσικά, είχε την τύχη …. μόνο σ’αυτόν να εμφανίζονται όλα αυτά ως «ιστορία». Ευκολόπιστος όπως ήταν, τα δεχόταν άκριτα όλα! Όμως αυτές οι φτιαχτές καρικατούρες «νεράϊδες», δεν ήταν άλλοι παρά οι γνωστοί του άνθρωποι, που ήξεραν τις ….αδυναμίες του και τον πείραζαν διαρκώς. Κι όταν την επομένη, διηγούνταν στους ίδιους τι είχε περάσει το προηγούμενο βράδυ, εκεί έπεφτε πολύ γέλιο!
Ο Γρηγοράκης όμως ήταν ένας αγαθός, ένας αγνός, ένας τίμιος και απονήρευτος άνθρωπος. Ένα παιδάκι άκακο. Γι’αυτό και όλοι τον ήξεραν ως «Γρηγοράκη». Είχε όμως και ένα πανθομολογούμενο έμφυτο στην ποίηση. Το πόσο εύκολα συνέθετε τις ρίμες, ήταν απίστευτο προσόν του. Κι ας τον κορόϊδευε ο κόσμος. Σ’αυτό που πίστευε, έμενε προσηλωμένος και πάλευε να το μεγιστοποιήσει. Χωρίς να πειράζει κανέναν. Το μόνο που «πείραξε», ήταν να βάλει το δικό του έγχρωμο και ταλαντούχο στίγμα στην τοπική μας Ιστορία. Η αγάπη του για την πόλη του την Ηρωϊκή Νάουσα, αποτυπώθηκε τελικά σ’αυτό το «τευχάκι» του 1959, το οποίο ελάχιστοι είμαστε οι τυχεροί που το έχουμε. Μέσα του κρύβει έναν ποιητικό πλούτο για το 1821 και ειδικά για το Ολοκαύτωμα της Νάουσας. Ποιήματα για τον Ζαφειράκη, τον Καρατάσο κ.α.
Σήμερα στη μνήμη του, αφιερώνω μια πλουμιστή φωτογραφία του Γρηγοράκη από το πολύχρωμο εξώφυλλο του τεύχους και ένα από τα όμορφα ποιήματά του.
Επιφυλάσσομαι να επανέλθω συντόμως και επετειακώς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου